Αποτελεί τη συχνότερη επέμβαση των ενδοκρινών αδένων. Συνήθως η επιλογή των ασθενών με πάθηση του θυρεοειδούς αδένα που θα υποβληθούν σε χειρουργική αντιμετώπιση γίνεται με την συνεργασία του ενδοκρινολόγου και του χειρουργού ωτορινολαρυγγολόγου με εξειδίκευση στη χειρουργική του τραχήλου. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιστατικών επιλέγουμε ως χρυσό κανόνα την ολική θυρεοειδεκτομή.

Αυτό γίνεται τόσο για την ριζική και αποτελεσματική αντιμετώπιση της νόσου σε ένα χρόνο – μία επέμβαση, όσο και για την αρτιότερη μετεγχειρητική παρακολούθηση των ασθενών. Η τομή που επιλέγουμε είναι η μικρότερη δυνατή οριζόντια τραχηλική πάνω σε φυσιολογική πτυχή του δέρματος και η συρραφή γίνεται με ενδοδερμικό απορροφήσιμο ράμμα για το καλύτερο δυνατό αισθητικό αποτέλεσμα, καθώς και την αποφυγή αφαίρεσης μετεγχειρητικά των ραμμάτων.

Η χρόνος παραμονής στην κλινική είναι μία ημέρα στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Σε κάποιες επιλεγμένες περιπτώσεις κακοήθειας συνιστάται και ο τραχηλικός λεμφαδενικός καθαρισμός στην ίδια χειρουργική επέμβαση. Μερική αφαίρεση του θυρεοειδούς – λοβεκτομή συνιστάται κατά κανόνα σε ύπαρξη μονήρους τοξικού αδενώματος.
Οι επιπλοκές της θυρεοειδεκτομής είναι σπάνιες όταν αυτή διενεργείται από κατάλληλο και έμπειρο χειρουργό, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να αναλύονται προεγχειρητικά στον υποψήφιο ασθενή.

Η αποφυγή του τραυματισμού των λαρυγγικών νεύρων αποτελεί πρωταρχικό μέλημα του θεράποντος ιατρού και σε αυτή την προσπάθεια συχνά σύμμαχος αποτελεί η χρήση του νευροδιεγέρτη. Με αυτόν παρακολουθούμε διεγχειρητικά την λειτουργία των νεύρων και είναι ιδιαίτερα χρήσιμος σε παραλλαγές της πορείας τους, σε ύπαρξη εξωλαρυγγικών κλάδων και σε περιπτώσεις στενής σχέσης τους με κακοήθεις βλάβες ή και σε επανεγχειρήσεις.

Στόχος, επίσης, αποτελεί η αποφυγή της συναφαίρεσης φυσιολογικών παραθυρεοειδών αδένων, ή ακόμα και της απαγγείωσης ή διαταραχής της αιμάτωσής τους στο πλαίσιο αποτροπής του υποπαραθυρεοειδισμού και της επακόλουθης υπασβεστιαιμίας. Αναντίρρητα, η αιμόσταση πρέπει να είναι σχολαστική και επιμελής για την αποφυγή μετεγχειρητικής αιμορραγίας ή αιματώματος της περιοχής.