Γενικώς τα αφεστώτα ώτα – ή όπως απλά ονομάζονται «πεταχτά αυτιά» – ονομάζονται εκείνα τα αυτιά που προεξέχουν από το κεφάλι περισσότερο από το φυσιολογικό. Η συγκεκριμένη δυσμορφία δύναται να είναι ετερόπλευρη ή αμφοτερόπλευρη (συνηθέστερα) και κάποιες φορές είναι ασύμμετρη. Παρουσίαζεται αρκετά συχνά (5% των παιδιών) και εκδηλώνεται με την ίδια περίπου συχνότητα στα δύο φύλα. Βέβαια απασχολεί κυρίως τα αγόρια λόγω του κοντού κουρέματος. Κατά κύριο λόγο οφείλεται σε ατελή σχηματισμό ή έλλειψη της ανθέλικας (95%) , δηλαδή της εσωτερικής αναδίπλωσης του πτερυγίου του ωτός και δευτερευόντως σε ευμεγέθη κοιλότητα της κόγχης. Παρουσιάζει γενετική προδιάθεση και κληρονομείται με τον αυτοσωματικό επικρατούντα χαρακτήρα.
Η ωτοπλαστική είναι η αισθητική εκείνη επέμβαση που αποσκοπεί να διορθώσει οποιαδήποτε εκ γενετής ή επίκτητη βλάβη του πτερυγίου του ωτός. Η συχνότερη ωτοπλαστική επέμβαση είναι η πλαστική διόρθωσης των αποκαλούμενων «πεταχτών αυτιών». Αυτή περιλαμβάνει κυρίως την προσπάθεια σχηματισμού μιας φυσιολογικής αναδίπλωσης της ανθέλικας ή/και τη σμίκρυνση της κόγχης. Σπανιότερα απαιτείται μείωση του μεγέθος του πτερυγίου, αποκατάσταση άλλης τοπικής δυσμορφίας ή διόρθωση του πεταχτού λοβίου. Συνήθως προτείνεται η επέμβαση να πραγματοποιείται κατά την άμεση προσχολική ηλικία (περί τα 5-6 έτη). Αφενός για να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του χόνδρινου σκελετού του πτερυγίου και αφετέρου για να αποφευχθούν δυσάρεστα σχόλια ή «πειράγματα» από άλλα παιδιά, που συχνά οδηγούν σε ψυχολογική επιβάρυνση και συναισθηματική κατάπτωση του παιδιού με αφεστώτα ώτα, κατά κύριο λόγο κατά τη σχολική περίοδο.
Η επιφάνεια του πτερυγίου του αυτιού θα πρέπει να σχηματίζει με την κεφαλή γωνία περίπου 25-30ο. Σε καμία περίπτωση μετεγχειρητικά δεν πρέπει να φαίνεται το αυτί κολλημένο πάνω στην κεφαλή (τα αποκαλούμενα «σιδερωμένα αυτιά»). Η τομή είναι οπισθοωτιαία πλησίον της αύλακας και συνεπώς αόρατη μετά την αισθητική αυτή παρέμβαση. Το αποτέλεσμα κρίνεται επιτυχές όταν είναι φυσικό, συμμετρικό και μόνιμο. Η διεργασία αυτή εκτελείται είτε με τοπική είτε με γενική αναισθησία, ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς, τις ιδιαιτερότητες του περιστατικού και φυσικά τις προτιμήσεις του. Προστατευτική επίδεση εφαρμόζεται μόνον την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα και ακολούθως για ένα ικανό χρονικό διάστημα (περίπου 1 μηνός) τοποθετείται κορδέλα κεφαλής «τύπου τένις» για ελαφριά άσκηση πίεσης στα πτερύγια, κυρίως τις νυχτερινές ώρες του ύπνου.